Γράφει ο Ηλίας Χρ. Θάνος,
Ερευνητής, Συγγραφέας,
Αρθρογράφος,
Η συνήθεια να «κολλάμε» σε
κάποιον ένα παρατσούκλι έχει επιβιώσει μέχρι της μέρες μας. Έχει δε καθολική
και οριζόντια ισχύ σε όλες τις κοινωνικές ομάδες και σε όλες τις ηλικίες. Έτσι,
τα παρατσούκλια ή στη λόγια γλώσσα τα παρωνύμια, ήταν πολύ συνηθισμένα και την
εποχή της Επανά
στασης του 1821. Θα τολμήσουμε να πούμε ότι, τότε ήταν
περισσότερο διαδεδομένα, καθότι η λαϊκή γλώσσα, απότοκος της οποίας είναι τα
παρατσούκλια, γνώρισε άνθιση με την ευστροφία των κατοίκων της Ελλάδας εκείνη
την εποχή και την ευρύτερη χρήση της. Σε αυτό το λαογραφικό, περισσότερο,
σημείωμα θα ασχοληθούμε με το προσωνύμιο «Γέρος» και τις διάφορες ευφάνταστες
παραλλαγές του. Θα εξετάσουμε σε ποιους το είχαν «κολλήσει» και θα
παρουσιάσουμε τις πηγές όπου αυτό μπορεί να βρεθεί.
Πρώτα απ’ όλα, «Γέροντες», ο
απλός λαός, εκείνης της εποχής, έλεγε τους προεστούς. Τιμητικά δε πολλές φορές
τους αποκαλούσαν «άρχοντες» ενώ, οι Τούρκοι «Κοτσαμπάσηδες».[1]
Εκτός όμως της γενικής
κατηγορίας των αρχόντων του τόπου οι αγωνιστές είχαν προσδώσει και σε πολλά
συγκεκριμένα πρόσωπα το προσωνύμιο «Γέρος» ακολουθούμενο πολλές φορές από
χαρακτηρισμούς γεμάτους δημιουργικότητα.
Έτσι,
1) Οι αγωνιστές και οι οπλαρχηγοί αποκαλούσαν «Γέροντα»
τον Γκούρα για τη φρονιμάδα του.[2]
Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα. Θα αναφέρουμε δύο για να τεκμηριώσουμε την
άποψή μας διασταυρωτικά.
Πρώτο: Σε επιστολή του με ημερομηνία 01/02/1824 ο Νικηταράς
γράφει στον Γκούρα:
«Αδελφὲ Γέρο Γκούρα,
σὲ ἀσπάζομαι.
Μεγάλως ἐθαύμασα ὁποῦ εἰς
τὸν ἐρχομὸν τοῦ πεζοδρόμου σας γράμματά σας δὲν ἔλαβον, ἵνα τόσον τὰ περὶ τῆς ὑγιείας
σου, καθὼς καὶ διὰ κάθε τὶ ἄλλο πληροφορηθῶ, ὕστερον ἀφ ̓ οὗ δὲν ἔλειψα νὰ
γράψω δὶς καὶ τρὶς τοῦ Γέρο Χουλιάρα καὶ ἀπορῶ εἰς τὴν τόσην ἀλησμονησίαν σας. Ὅθεν
ἰδοὺ σᾶς γράφω μαξοὺς μὲ τὸν ἐδικόν σας πεζόν περικαλών σας ἵνα μοῦ γράψετε ἀμέσως,
λέγοντάς μου τόσον τὰ περὶ ὑγιείας σας, καθὼς καὶ διὰ κάθε τὶ ἄλλο τῶν αὐτοῦτε,
ὁμοίως δὲ καὶ τὰ τοῦ ἀδελφοῦ Γέρο Χουλιάρα καὶ τὰ περὶ Εὐρίπου τὶ ἀπέγεινεν, τὴν
ὁποίαν καὶ ἐλπίζω ἐντὸς ὀλίγου νὰ ἔχωμεν καὶ ἄμποτες. Τὰ τῆς πατρίδος πράγματα,
ἀδελφέ, εἶναι εἰς τὰ ἴδια καὶ ὁ Θεὸς νὰ τὰ κάμη καλὰ. Ὅθεν καὶ περιμένω τὴν ἀπόκρισίν
σας ἀμέσως. Σᾶς ἀσπάζομαι καὶ μένω
Ἐκ Τριπολιτζᾶς τῇ α
φεβρουαρίου 1824.
Ὀ ἀδελφός σου
Νικήτας σταματελόπουλος».[3]
Δεύτερο: Ο Δρόσος Μανσόλας σε επιστολή του με ημερομηνία
19/07/1823 γράφει στον Γκούρα:
«Γέρο φίλε,
χαίροις!
Σήμερον ἔφθασα ἐδῶ καὶ ἔμαθα
ὅτι ὁ ἀδελφός μας Νικήτας α) ἐπῆγεν εἰς Κάζαν καὶ λέγουν ὅτι γίνεται πόλεμος ἐκεῖ,
ὅμως ἀμφίβολον.
Ἐγὼ πηγαίνω εἰς τὴν Φανερωμένην
ὁποῦ εἶναι ὁ γραμματικὸς τοῦ Νικήτα. Λάβε τὰ ἔσωθεν τοῦ ἀδελφοῦ μας Ὀδυσσέως ὁποῦ
ἔλαβον σήμερον. Εἰς τὰς δεκαρχίας καὶ εἰκοσιπενταρχίας ὁποῦ ἔγιναν αὐτοῦ α) ἂς
εἶναι ἀνακατωμένοι πάντα μὲ τοὺς ἐδικούς σου, νὰ μὴν τοὺς ἀφίνης καὶ γίνεται σῶμα
δυνατὸν διὰ πολλὰ αἴτια, εἶσαι γνωστικὸς καὶ τὸ καταλαμβάνεις καλά.
̓Απὸ Φανερωμένην σοὶ γράφω πάλιν πῶς καὶ τὶ
τρέχουν τὰ πράγματα τὸν πεζὸν ὁποῦ ἐστείλαμεν διὰ τὸν Ὀδυσσέα τὸν ἐμπόδισα ἐπίτηδες
ἕως να λάβῃ ἀπόκρισιν ἀπὸ Τρίκκαλα, ὁποῦ ἔστειλεν ἕναν ἄνθρωπον. Αν ἐρωτᾷς καὶ
πῶς εὑρίσκομαι, κακὰ ψυχρά. Υγίαινε.
Τῇ 19 Ιουλίου 1823,
Κούλουρη.
Ο αδελφός του
Δρόσος Μανσόλας».[4]
2) «Γέρο» φώναζαν οι Πελοποννήσιοι «τον εκ Λαγκαδίων
Ιωάννην Δελιγιάννην πατέρα των αδελφών Δελιγιανναίων»[5]
προεστό της επαρχίας Καρύταινας, πριν ακόμα από το 1821.[6]
Επίσης, έλεγαν το σπίτι του «Γεροντόσπιτο» και τα παιδιά του «Γεροντόπαιδα» ή
«Γεροντόπουλα».[7]
3) Τον Καρατάσσο, τον φώναζαν «Γέρο-Τσεκούρα» για τη
σκληρότητά του.[8]
Τον ίδιο φώναζαν και «παππού».[9]
4) «Γηραία Αλώπηξ» φώναζαν οι Φιλικοί τον Ηλία
Χρυσοσπάθη. Συγκεκριμένα του κόλλησαν αυτό το προσωνύμιο όταν τέθηκε επικεφαλής
μιας εταιρείας η οποία αναδύθηκε μέσα από τα σπλάγχνα της Φιλικής Εταιρείας.
Γράφει ο Φιλήμων: «Παρὰ τὴν ἀτυχίαν ταύτην ὑπέστη μετ' οὐ πολὺ ἡ Ἑταιρία τῶν
Φιλικῶν καὶ τὸ δυστύχημα τῆς ἀποβιώσεως τοῦ Σκουφά κατὰ τὸν ἰούλιον τοῦ 1818 [...],
καὶ τοὺς ἀντιπερισπασμοὺς ἄλλης ἐκ τῶν σπλάγχνων ἑαυτῆς ἀναφυείσης ἑταιρίας.
Αρχηγὸς ταύτης ὑπετέθη ὁ Ἡλίας Χρυσοσπάθης, Λάκων, ὃν οἱ Φιλικοὶ παρωνόμασαν
“γηραιὰν ἀλώπεκα”».[10]
5) Άξιο λόγου είναι το παρατσούκλι (παρωνύμιο) που είχαν
«κολλήσει» στον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Τον Οδυσσέα, λοιπόν, τον φώναζε ο λαός
«Γέρο-Χουλιάρα» που σήμαινε «επιτήδειος νους, άξιος πολιτικός».[11]
Του κόλλησαν δε αυτό το παρατσούκλι το 1822 μετά τη μάχη του Δαδιού (σημερινής
Αμφίκλειας Φθιώτιδας) και την εξαπάτηση των Τούρκων που ακολούθησε.[12]
Υποθέτουμε ότι το παρατσούκλι του το «κόλλησε» ο φίλος του Νικηταράς.[13]
Τέλος, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο τον φώναζε ο Δημήτριος Υψηλάντης «γέρο
Πυργιόβολο». Ακολουθεί η σχετική επιστολή στην οποία γίνεται η μνεία:
«Γενναιότατε Στρατηγὲ
Κύριε Νικήτα!
Δὲν λείπω καὶ αὖθις νὰ ἐρωτήσω
διὰ τοῦ παρόντος μου τὴν ἀγαθὴν ὑγείαν σου καὶ νὰ σοὶ φανερώσω ὅτι καὶ ἐγὼ θείᾳ
χάριτι ὑγιαίνω· ἡμέραι ἱκανοὶ παρῆλθον, κατὰ τὰς ὁποίας δὲν ἔλαβον ἔτι γράμμα
σου δηλοποιητικὸν τῶν ἐκεῖσε διατρεχόντων· ἡ ἐνταῦθα παρουσία μου δὲν ἀκελεῖ νὰ
διενεργῇ τὰ συμφέροντα κοινῶς τῆς πατρίδος καὶ τὰ ὅσα ἀναγκαιοῦσι διὰ τὸ ἐκεῖσε
στρατόπεδόν σας, ὅσον δηλονότι περὶ τροφῶν, τόσον καὶ περὶ πολεμικῶν ἐφοδίων πλὴν,
ἤξευρε, ἀδελφὲ, ὅτι τὸ ἔθνος εὑρίσκεται εἰς τὴν ἀπαραδειγμάτιστον ἐκείνην ἀναρχίαν
καὶ ἀταξίαν, μὴ θέλον νὰ ἠξεύρῃ, μήτε διοίκησιν, μήτε προσταγάς· ἡ ἔνδοξος
Γερουσία δεικνύει προθυμίαν φοβερὸν καὶ μεγάλην, πλὴν τί νὰ κάμῃ ἀφοῦ αἱ
διαταγαί της δὲν εἰσακούονται καὶ δύναμιν ἱκανὴν δὲν ἔχει διὰ νὰ ἐκτελῇ αὐτὰς
καὶ μὲ βίαν μολοντοῦτο ἀγωνίζεται καὶ πάσχει διὰ τὴν προμήθειαν τῶν τροφών καὶ
πολλῶν ἄλλων ἀναγκαίων, εὔχομαι δὲ νὰ συγκροτηθῇ ἡ νέα ἐθνικὴ συνέλευσις τὸ
γρηγορώτερον διὰ νὰ συστηθῇ διοίκησις δυνατὴ καὶ νὰ εὐτακτήσουν τὰ πράγματα. Τὰ
πράγματα τῆς ̓Ανατολικῆς Ελλάδος ὑπάγουν
εἰς τὸ καλλίτερον, ὁ γέρο Πυργιόβολος, (ἐννοεῖ τὸν Ὀδυσσέα) πάσχει με
διαφόρους ἀπάτας νὰ ἀργοπορῆ τοὺς ἐχθροὺς ἐκεῖ καὶ νὰ τοὺς καταπείσῃ νὰ ἐπιστρέψουν
εἰς τὸ Ζητούνιον· ἠξεύρεις τὸ πνεῦμά του καὶ ταῖς διαβολαῖς του, καὶ ἴσως τοὺς ἀπατήσει.
Φανέρωσόν μου, παρακαλῶ, καὶ ἡ γενναιότης σου, ἐκεῖθεν εἰς ποίας θέσεις εὑρίσκεσθε,
πόσα τὰ στρατεύματα τα Ελληνικὰ, πόσοι οἱ ἐχθροί, ἂν συμβαίνωσιν ἀκροβολισμοί,
ποία ἡ κατάστασις τῶν Ναυπλιωτῶν, διὰ νὰ ἔχω πληροφορίας, ὁμοίως καὶ περὶ ὅσων
νεωτέρων. Σοὶ δίδω δὲ τὴν ἀγαθὴν εἴδησιν αὐτὴν, γράμματα ἔφθασαν ἀπὸ Ἀγκῶνα εἰς
τὴν διοίκησιν φανερώνοντα, ὅτι τὸ ἐν Βερώνη Εὐρωπαϊκὸν συνέδριον ἐπεκύρωσε τὴν ἀνεξαρτησίαν
μας, ἠλευθέρωσε δὲ καὶ τὸν ἀδελφόν μου
̓Αλέξανδρον, διὰ νὰ ὑπάγῃ ὅπου θέλει, ὅστις καὶ ἑτοιμάζεται νὰ ἔλθῃ. Εἶθε
ταῦτα πάντα ἀληθεύσωσιν. Εὐχόμεθα εἰς τὴν Γενναιότητά σου ὑγείαν.
Ἐν Τριπολιτζὰ τὴν 27
Νοεμβρίου 1822.
Ο φίλος Σου Δημήτριος
Υψηλάντης».[14]
6) Το παρατσούκλι του Κολοκοτρώνη, όπως είναι γνωστό
τοις πάσι, ήταν «Γέρος του Μοριά». Σύμφωνα με τον Τερτσέτη: «Η ονομασία
γέρος τοῦ ἐγεννήθη, ἐπειδὴ ἦτο πολύξερος, ἔξυπνος, εἶχε πονηρίαις· ὅθεν καὶ τὸ
τραγούδι τοῦ παλαιοῦ χαλασμοῦ τῶν Κολοκοτρωναίων λέγει:
Ο Θοδωράκης, πολὺ
πονηρεμένος. Εγλύτωσε ὁ καϋμένος.
Εἰς τὰ ἔθνη ὅπου ἡ παιδεία
δὲν εἶναι ἐξηπλωμένη καὶ ἡ ἐπισστήμη δεν φωτίζει τοὺς νέους, οἱ γέροντες ἔχουν
τὰ πρωτεία τῆς γνώσεως· ὅποιος εἶδε πρωϊμώτερα τὸν ἥλιο, ἔχει καὶ πρᾶξιν
περισσότερη τῆς ζωῆς».[15]
Βιβλιογραφία:
Αμβρόσιος Φραντζής, Επιτομή της Ιστορίας της
Αναγεννηθείσης Ελλάδος, Εκ της τυπογραφίας Η Βιτώρια του Κωνστ. Καστόρχη
και Συντροφίας, Εν Αθήναις, 1839, τόμος 2ος
Γ. Τερτσέτη, «Ρητά του γέρου Κολοκοτρώνη», Ο Γέρων
Κολοκοτρώνης, Βιβλιοθήκη της «Εστίας», Εν Αθήναις, 1889, Τόμος Β’
Ιωάννης Βλαχογιάννης, Αρχεία της Νεωτέρας Ελληνικής
Ιστορίας, Δήμος Αθηναίων/Εκ του τυπογραφείου Γ. Σ. Βλαστού, Εν Αθήναις,
1901, Τόμος Α’: Αθηναϊκόν Αρχείον
Γιάννης Βλαχογιάννης, Ιστορική ανθολογία, Πατριωτική
χορηγίας Εμ. Α. Μπενάκη, Αθήναι, 1927
Ιωάννης Θ. Κολοκοτρώνης, Ελληνικά Υπομνήματα ήτοι διάφορα
έγγραφα και επιστολαί αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν, Τύποις Χ.
Νικολαΐδου Φιλάδελφως, Αθήνησι, 1856
Ιωάννης Φιλήμονας, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής
Επαναστάσεως, Τύποις Π. Σούτσα και Α. Κτενά, Αθήναι, 1859, Τόμος Α’
Κάρπος Παπαδόπουλος, Ανασκευή των εις την ιστορίαν των
Αθηνών αναφερομένων περί του Στρατηγού Οδυσσέως Ανδρούτζου, του ελληνικού
στρατού και του Συνταγματάρχου Καρόλου Φαββιέρου, Εκ της τυπογραφίας Πέτρου
Μαντζαράκη, Εν Αθήναις, 1837
Κ. Σ. Κώνστας, «Λαογραφικά της Σκλαβιάς και του Ξεσηκωμού»,
[Ανάτυπο εκ του Λαογραφία], Αθήναι, 1963
Τάκης Λάππας, Ελληνικά Ιστορικά Ανέκδοτα: 1750-1862,
Εκδόσεις Ατλαντίς-Μ. Πεχλιβανίδης & Σια Α.Ε., Αθήναι, χ.χ.
Τάκης Λάππας, Οδυσσέας Αντρούτσος, Εκδόσεις Μ.
Πεχλιβανίδης & Σια Α. Ε., Αθήνα, χ.χ.
[1] Κ. Σ. Κώνστας, «Λαογραφικά της Σκλαβιάς και του Ξεσηκωμού»,
[Ανάτυπο εκ του Λαογραφία], Αθήναι, 1963, σ. 23, παραπέμπει δε στον Μ.
Οικονόμου.
[2] Κ.
Σ. Κώνστας, «Λαογραφικά της Σκλαβιάς και του Ξεσηκωμού», ό.π., σ. 23·
Γιάννης Βλαχογιάννης, Ιστορική ανθολογία, Πατριωτική χορηγίας Εμ. Α.
Μπενάκη, Αθήναι, 1927, σ. 201
[3] Ιωάννης Βλαχογιάννης, Αρχεία της Νεωτέρας Ελληνικής
Ιστορίας, Δήμος Αθηναίων/Εκ του τυπογραφείου Γ. Σ. Βλαστού, Εν Αθήναις,
1901, Τόμος Α’: Αθηναϊκόν Αρχείον, σ. 287
[4] Στο
ίδιο, σσ. 277-278
[5] Αμβρόσιος
Φραντζής, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, Εκ της
τυπογραφίας Η Βιτώρια του Κωνστ. Καστόρχη και Συντροφίας, Εν Αθήναις, 1839,
τόμος 2ος, σσ. 152-153, σημ. 1
[6] Γιάννης
Βλαχογιάννης, Ιστορική ανθολογία, ό.π., σ. 11· Αμβρόσιος Φραντζής, Επιτομή
της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, ό.π., σσ. 152-153, σημ. 1
[7] Στα
ίδια
[8]
Τάκης Λάππας, Ελληνικά Ιστορικά Ανέκδοτα: 1750-1862, Εκδόσεις
Ατλαντίς-Μ. Πεχλιβανίδης & Σια Α.Ε., Αθήναι, χ.χ., σ. 204
[9] Στο
ίδιο
[10]
Ιωάννης Φιλήμονας, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως,
Τύποις Π. Σούτσα και Α. Κτενά, Αθήναι, 1859, Τόμος Α’, σ. 10
[11] Κάρπος Παπαδόπουλος, Ανασκευή των εις την ιστορίαν των
Αθηνών αναφερομένων περί του Στρατηγού Οδυσσέως Ανδρούτζου, του ελληνικού
στρατού και του Συνταγματάρχου Καρόλου Φαββιέρου, Εκ της τυπογραφίας
Πέτρου Μαντζαράκη, Εν Αθήναις, 1837, σ. 19, σημ. 1
[12]
Βλέπε περισσότερα στο Κάρπος Παπαδόπουλος, Ανασκευή των εις την ιστορίαν των
Αθηνών αναφερομένων περί του Στρατηγού Οδυσσέως Ανδρούτζου, του ελληνικού
στρατού και του Συνταγματάρχου Καρόλου Φαββιέρου, ό.π., σσ. 13-19
[13]
Βλέπε σχετικά επιστολή με ημερομηνία 1/2/1824, την οποία και παραθέσαμε
παραπάνω στο σχετικό με τον Γκούρα απόσπασμα. Επίσης, βλέπε: Τάκης Λάππας, Οδυσσέας
Αντρούτσος, Εκδόσεις Μ. Πεχλιβανίδης & Σια Α. Ε., Αθήνα, χ.χ., σ. 101
[14]
Ιωάννης Θ. Κολοκοτρώνης, Ελληνικά Υπομνήματα ήτοι διάφορα έγγραφα και
επιστολαί αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν, Τύποις Χ. Νικολαΐδου
Φιλάδελφως, Αθήνησι, 1856, σ. 87
[15]
Γ. Τερτσέτη, «Ρητά του γέρου Κολοκοτρώνη», Ο Γέρων Κολοκοτρώνης,
Βιβλιοθήκη της «Εστίας», Εν Αθήναις, 1889, Τόμος Β’, σ. 89


%20-%201.jpg)
%20-%202.jpg)


